Είδος: Θρίλερ , Μυστηρίου
Γράφει ο Νίκος Ρέντζος
Σκηνοθεσία:David Farr
Σενάριο:David Farr
Παίζουν:Clémence Poésy,
David Morrissey,Stephen Campbell Moore |
ΥΠΟΘΕΣΗ: Η Κέιτ και ο Τζάστιν περιμένουν το πρώτο τους παιδί και μια σύμπτωση φέρνει στο διαμέρισμα από κάτω τους, την Τερέζα και τον Τζον, την κατά πολύ νεότερη σύζυγο και τον πλούσιο τραπεζίτη, οι οποίοι κι αυτοί περιμένουν το πρώτο τους παιδί. Ένα τραγικό δυστύχημα την πρώτη νύχτα γνωριμίας των δύο ζευγαριών θα αλλάξει για πάντα τη σχέση τους και τις ζωές τους.
ΑΠΟΨΗ: Μια εσωτερική σκάλα, μια κλειστή πόρτα που σε λίγο θα ανοίξει και μια συνεχώς αυξανόμενη, απεγνωσμένη ανδρική κραυγή. Η πιο δύσκολη, γεμάτη ένταση σκηνή μιας ταινίας βγαλμένης από τους χειρότερους ανθρώπινους εφιάλτες, είναι αυτή που δε χρειάζεται κανένας ηθοποιός στην οθόνη, καμία ανθρώπινη μορφή, για να σου περάσει ένα από τα χειρότερα συναισθήματα που μπορεί να νιώσει ο άνθρωπος.
Ο θεατρικός σκηνοθέτης Ντέιβιντ Φαρ ασχολήθηκε τα τελευταία χρόνια με τον κινηματογράφο και την τηλεόραση γράφοντας τα σενάρια του Hanna και του The Night Manager. Το 2015 παραδίδει την πρώτη σκηνοθετική του δουλειά δημιουργώντας ένα παρανοϊκής σύλληψης ψυχολογικό θρίλερ, επηρεασμένο από τον Ρόμαν Πολάνσκι, τον Κάφκα και τη μοντέρνα αρχιτεκτονική. Οι αποστειρωμένοι ένοικοι του κάτω ορόφου, με τον απόλυτα συμμετρικό κήπο, τις έγχρωμες, φωτεινές ενδυμασίες φαίνεται να κρύβουν πολλά πίσω από την φαινομενικά ευγενική όψη που αποκτούν όταν επανέρχονται στο φιλμ, μετά την πρώτη μοιραία συνάντηση τους με το ζευγάρι του πρώτου ορόφου. Οι σκηνές εντάσεις μεταξύ των πρωταγωνιστών είναι αρκετές και λειτουργούν υπόγεια συνήθως, όταν στην ουσία φαίνεται να μην συμβαίνει τίποτα στην οθόνη.
Courtesy of Protagonist Pictures |
Οι αρχικά μετριοπαθείς ερμηνείες των Κλεμάνς Ποεζί και Στέφεν Κάμπελ Μουρ οδηγούνται σταδιακά στην κορύφωση και την εξωτερίκευση των συναισθημάτων όσο πλησιάζουμε στο φινάλε, σε αντίθεση με τις ερμηνείες του ζεύγους Μπιρν-Μόρισεϊ, που ξεκινούν με εκρήξεις οργής για να καταλήξουν σε μια ήρεμη, σχεδόν γαλήνια σιγουριά για τα όσα συμβαίνουν.
Το The Ones Below έχει αρκετά πράγματα που θα μπορούσαν να είναι καλύτερα, όπως οι κάποιες φορές άτσαλα γραμμένοι διάλογοι και οι αντιδράσεις της Ποεζί όταν ανακαλύπτει τι συμβαίνει. Ο Φαρ, όμως, καταφέρνει με αυτόν τον τρόπο, ακόμα κι αν δεν γίνεται ηθελημένα, να μας γεννήσει αμφιβολίες εν τέλει για την πραγματικότητα που βιώνει η ηρωίδα του, με αποτέλεσμα να συνειδητοποιείς την τραγικότητα του φινάλε πιο έντονα κάθε φορά που το φέρνεις στο νου σου, ακόμα και μια μέρα μετά την προβολή της ταινίας (όπως συμβαίνει αυτή τη στιγμή με τον γράφοντα).
Χωρίς χολιγουντιανές μεγαλομανίες, χωρίς φανφάρες, το The Ones Below έχει ένα καθαρά βρετανικό αέρα. Δεν είναι τέλειο αλλά δημιουργεί δυνατά συναισθήματα αν το αφήσεις να σε παρασύρει και δεν περιμένεις να δεις ένα θρίλερ από αυτά που η άλλη πλευρά του Ατλαντικού ωκεανού σε έχει μάθει να βλέπεις. Δεν έχει δράση, δεν έχει κυνηγητά, δεν έχει σκοτεινά δωμάτια και περίεργους θορύβους, με έναν κακό που παραμονεύει στο σκοτάδι. Το σκοτάδι, όπως και το φως, πηγάζει από τους χαρακτήρες, απλώς εδώ υπερνικά το σκοτάδι∙ ή το φως, θα μπορούσε εύστοχα να αντιπαραθέσει κανείς, χωρίς, όμως, να πρέπει να επεκταθούμε παραπάνω, καθώς το φιλμ του Ντέιβιντ Φαρ ανήκει στην κατηγορία των ταινιών που παρακολουθείς με μεγαλύτερο ενδιαφέρον, όταν δε γνωρίζεις πολλά πράγματα γι αυτό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου