Δράσης, Επιστημονικής Φαντασίας, Διάρκεια: 85' |
Γράφει ο Νίκος Ρέντζος
Στην Αμερική της δεκαετίας του 1980, στα πρωινά του Σαββατοκύριακου αλλά και στις πιο οικογενειακές τηλεοπτικές ώρες, όπως είναι οι μεσημεριανές και οι απογευματινές, αρχίζουν να κάνουν την εμφάνισή τους όλο και περισσότερα προγράμματα είτε προερχόμενα από την Ιαπωνία είτε επηρεασμένα από την Ιαπωνική κουλτούρα. Ο Γκοτζίλα και οι ταινίες με τα καϊτζού γνωρίζουν απήχηση στους πιτσιρικάδες της εποχής, ενώ άνιμε επιστημονικής φαντασίας, όπως το ευρέως γνωστό Voltron, βρίσκουν κι αυτά το κοινό τους και σύντομα Αμερικανικές παραγωγές παρόμοιας θεματολογίας αρχίζουν να εμφανίζονται, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τα Τράνσφορμερς και τα ξεχασμένα πλέον GoBots, της Hanna-Barbera. Θα αργούσε λοιπόν ο Αμερικανικός κινηματογράφος να φτιάξει μια ταινία με γιγάντια ρομπότ, κάτι το οποίο θα είχε σίγουρη απήχηση στα πιτσιρίκια; Όχι, είναι η προφανής απάντηση, απλώς η πρώτη προσπάθεια δεν κρίνεται απολύτως επιτυχημένη, έστω κι αν στην καρέκλα του σκηνοθέτη κάθεται ο εξαιρετικός Στιούαρτ Γκόρντον.
Το Robot Jox προσπάθησε να φέρει στη μεγάλη οθόνη την αισθητική των αντίστοιχων καρτούν. Οι πρωταγωνιστές δεν είναι ακριβώς αυτό που λες ανθρώπινος χαρακτήρας αλλά ξεκάθαρα στερεότυπα, σχεδιασμένα ώστε να γίνουν εύκολα κατανοητά στις μικρές ηλικίες, που σύμφωνα με τον σκηνοθέτη αποτελούσαν το "αγοραστικό" κοινό της ταινίας. Η άποψη όμως του Γκόρντον ερχόταν σε αντίθεση με αυτήν του Τζο Χάλντεμαν, σεναριογράφου αλλά και συγγραφέα επιστημονικής φαντασίας, με γνωστότερο έργο το The Forever War. Ο Χάλντεμαν έγραφε ένα πιο σοβαρό σενάριο, πολύ πιο πλούσιο και βαθυστόχαστο σε σχέση με το τελικό αποτέλεσμα. Ο Γκόρντον έβαλε λοιπόν κι αυτός το χεράκι του στο σενάριο, καθώς οι παραγωγοί της ταινίας, πατέρας και υιός Μπαντ (γνωστοί στους φίλους των b-movies), βρίσκονταν περισσότερο στη δική του πλευρά κι έτσι έχουμε το Robot Jox με τη γνωστή του μορφή. Μια ταινία με γιγάντια ρομπότ που πλακώνονται (το διασκεδαστικό κομμάτι) με αρκετό μπλα-μπλα στο ενδιάμεσο (το βαρετό κομμάτι...).
Η ταινία τοποθετείται στο μακρινό μέλλον, όπου μετά από ένα πυρηνικό ολοκαύτωμα, η Γη έχει χωριστεί σε δύο στρατόπεδα. Στο ένα στρατόπεδο κουμάντο κάνει η Αμερική και στο άλλο η Σοβιετική Ένωση. Οι διαφορές τους όμως πια δεν επιλύονται ούτε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων αλλά ούτε με πολεμική σύρραξη. Ειδικά εκπαιδευμένοι πιλότοι, οδηγούν γιγάντια ρομπότ. Όταν κάποιο στρατόπεδο θέλει να διεκδικήσει μια περιοχή τότε οι Ιππείς των Ρομπότ συγκρούονται. Ο νικητής δίνει στη χώρα του το έδαφος που διεκδίκησε. Οι Ιππείς υπογράφουν συμβόλαιο δέκα μονομαχιών και μετά αποσύρονται. Ο μόνος Ιππέας που έχει κερδίσει όλες τις μονομαχίες του, ειναι ο θρυλικός Τεξ Κόνγουεϊ, που τώρα βρίσκεται στο πλευρό του Αχιλλέα, του αστέρα της Αμερικανικής συμμαχίας. Ο Αχιλλέας προετοιμάζεται να μονομαχήσει με τον Αλέξανδρο, της Σοβιετικής Συμμαχίας, Ιππέα που σκότωσε τους τελευταίους πιλότους με τους οποίους βρέθηκε αντιμέτωπος. Η μονομαχία στραβώνει για τον Αχιλλέα και προσπαθώντας με το ρομπότ του να προστατέψει το κοινό, που παρακολουθεί στις ειδικά διαμορφωμένες εξέδρες, πέφτει με το όχημά του πάνω τους προκαλώντας το θάνατο αρκετών. Ο Αχιλλέας αποσύρεται και η Αμερικανική Συμμαχία πρέπει να βρει τον αντικαταστάτη του, ανάμεσα από γενετικά τροποποιημένους Ιππείς.
Το σενάριο του Χάλντεμαν βάζει ενδιαφέροντα στοιχεία επιστημονικής φαντασίας μέσα στην ταινία αλλά είναι φανερό ότι ο Γκόρντον δεν έχει διάθεση να ασχοληθεί με αυτά. Ξεκινά με μια θεαματική (για την εποχή της) σκηνή μάχης και τελειώνει την ταινία με τον ίδιο τρόπο, με γοητευτικό stop motion. Στο ενδιάμεσο η ταινία καταπιάνεται με τα όσα συμβαίνουν στον κόσμο των Ιππέων των Ρομπότ, την Ψυχροπολεμική ατμόσφαιρα αλλά και τη δημιουργία Ιππέων γενετικά τροποποιημένων ώστε να εξελιχθούν σε ικανούς μαχητές. Υπάρχει τροφή για επιστημονική φαντασία αλλά το ύφος της ταινίας είναι τελείως διαφορετικό. Ο Γκόρντον φτιάχνει όμως μια ταινία που θέλει να μιλήσει κυρίως στις μικρότερες ηλικίες αλλά και στα παιδιά που κουβαλάμε μέσα μας οι ενήλικες. Γιγαντιαία ρομπότ που πλακώνονται, πιλότοι με αρχαία Ελληνικά ονόματα, φουτουριστικές στολές και σκηνικά. Το Robot Jox είναι όμως οριακά μια διασκεδαστικά ένοχη κινηματογραφική απόλαυση. Η δεύτερη πράξη της ταινίας, εκεί όπου λείπει στην ουσία η δράση, δεν βλέπεται το ίδιο εύκολα και η αλήθεια είναι ότι απλώς περιμένεις να έρθει η επόμενη σεκάνς που θα πάρει μπροστά το stop motion ρομπότ και πάλι.
Μια μικρή "Σινε-Ενοχή" είναι το Robot Jox. Για τη γενιά που μεγάλωσε με τον Βόλτρον, τα Τρανσφόρμερς αλλά και όλη τη λογική εκείνης της περιόδου, γενικότερα στην ποπ κουλτούρα, η ταινία του Γκόρντον έχει μια κάποια αξία. Μπορεί ο Ντελ Τόρο να το έκανε με πιο θεαματικό τρόπο αρκετά χρόνια μετά με το Pacific Rim (το οποίο έχει πάρα πολλά κοινά στοιχεία...) αλλά το Robot Jox μοιάζει πιο αυθεντικό. Είναι μια ταινία που δεν μιλάει "με" ή "για" νοσταλγία αλλά είναι ένα προϊόν της εποχής που γεννά σήμερα κινηματογραφική νοσταλγία.