Η 6η ΜΕΡΑ
Επιστημονικής Φαντασίας, Δράσης Διάρκεια:123' |
Γράφει ο Νίκος Ρέντζος
Στο όχι πολύ μακρινό μέλλον, έχουν αλλάξει αρκετά πράγματα. Η τεχνολογία και η επιστήμη έχουν προχωρήσει αρκετά και οι ζωές των ανθρώπων φαίνεται να έχουν γίνει αρκετά εύκολες. Αυτοκίνητα μετακινούν αυτόματα τους επιβάτες απο το ένα σημείο στο άλλο, οι πιλότοι οδηγούν ελικόπτερα εξ αποστάσεως, ενώ και για τα νοικοκυριά δεν είναι λίγες οι ανέσεις που προσφέρει η εξέλιξη της τεχνολογίας. Η μεγαλύτερη επιτυχία της επιστήμης είναι η κλωνοποίηση, η οποία είναι πια εφικτή αλλά επιτρέπεται μόνο για τα ζώα, με την εταιρεία RePet να είναι πρωτοπόρος στον τομέα. Η ανθρώπινη κλωνοποίηση είναι παράνομη και προστατεύεται από το νόμο της Έκτης Μέρας, που θεσπίστηκε κάπου στα μέσα της δεκαετίας του 2000.
Ο Άνταμ Γκίμπσον κοιτάζει την αντανάκλασή του στον καθρέφτη του μπάνιου του, εντοπίζοντας νέες ρυτίδες στο πρόσωπό του, που σήμερα έγινε ένα χρόνο μεγαλύτερο, ενώ μόλις απέκτησε κι ένα κόψιμο από το ξύρισμα, με τον κλασικό πατροπαράδοτο τρόπο. Το αυτόματο ξυραφάκι που ακόμα ο Άνταμ σνομπάρει, δεν θα έκανε ποτέ σημάδι στο πρόσωπό του. Αφού τρώει το πρωινό που ετοίμασε αυτοσχεδιάζοντας η κόρη του, φιλάει τη γυναίκα του, στέλνει τη μικρή σχολείο και μπαίνει στο αυτοκίνητο του συναδέλφου του, Χανκ Μόργκαν, με προορισμό την έδρα της επιχείρησής τους. Μια μικρή εταιρεία αεροπορικών εκδρομών, με δύο υπερσύγχρονα ελικόπτερα, που πετάνε ο Άνταμ και ο Χανκ, είναι η βάση των δύο ανδρών.
Η σημερινή μεταφορά τους είναι μια ομάδα ορειβατών στην κορυφή ενός χιονισμένου τοπίου. Αμέσως μετά όμως τους περιμένει μια αρκετά σημαντική δουλειά, όπου στο ίδιο σημείο θα πρέπει να μεταφέρουν έναν από τους πιο πλούσιους μεγιστάνες της εποχής, τον Μάικλ Ντράκερ. Τα μέτρα ασφαλείας που επιθυμεί ο Ντράκερ απαιτούν έλεγχο των δύο πιλότων με μια ειδική συσκευή ανίχνευσης ναρκωτικών ουσιών αλλά και γενικότερο τσεκ απ, ώστε να βεβαιωθεί ότι οι πιλότοι είναι απολύτως υγιείς. Ειδικά ο Γκίμπσον που είναι αυτός που θα μεταφέρει τον Ντράκερ.
Ο Άνταμ όμως έχει πάρτι γενεθλίων, οπότε ο Χανκ, σαν καλός φίλος, αναλαμβάνει αυτός τη μεταφορά, αφήνοντας τον Άνταμ ελεύθερο για την υπόλοιπη μέρα. Ένα δώρο για τη μικρή του από το εμπορικό κέντρο και επιστροφή στο σπίτι λοιπόν για τον Άνταμ. Εκεί όμως το πάρτι έχει αρχίσει χωρίς αυτόν. Τουλάχιστον έτσι πιστεύει μέχρι να πλησιάσει στο παράθυρο του σπιτιού του και να δει τον εαυτό του να σβήνει την τούρτα και να διασκεδάζει με τους καλεσμένους και την οικογένειά του. Πριν προλάβει να αντιδράσει, ο Άνταμ βρίσκεται κυνηγημένος από τέσσερα άτομα, τα οποία φαίνεται ότι θέλουν να τον σκοτώσουν. Το μυστήριο φαίνεται να πυκνώνει και ο Άνταμ Γκίμπσον από ένας απλός καθημερινός άνθρωπος με μια ήσυχη ζωή, θα βρεθεί μπροστά σε μια συνωμοσία παράνομων κλωνοποιήσεων και θα πρέπει να παλέψει για να σώσει τη ζωή του αλλά και τους δικούς του.
.......................................................................................................................................................
Βρισκόμαστε στο 2000 και είναι η εποχή που η καριέρα των action heroes της δεκαετίας του 1980 έχει αρχίσει να ξεφτίζει. Σιλβέστερ Σταλόουν και Άρνολντ Σβαρτσενέγκερ δεν κόβουν πια τα εισιτήρια που έκοβαν. Ο Άρνολντ έρχεται απο τα Μπάτμαν & Ρόμπιν και Το Τέλος Του Κόσμου και όπως και σε αυτές τις ταινίες έτσι και στην 6η Μέρα, προσπαθεί να δείξει ένα διαφορετικό πρόσωπο. Δεν είναι ο απόλυτα άτρωτος τύπος που πετάει έξω τα μπράτσα του και καθαρίζει ορδές αντιπάλων. Στο Το Τέλος Του Κόσμου προσπάθησε να παίξει έναν πολύ πιο σκοτεινό γήινο χαρακτήρα ενώ στην 6η Μέρα είναι ένας απλός οικογενειάρχης, που τριγυρνάει με φαρδιά παντελόνια και μπλούζες που δεν επιτρέπουν στους μύες του να ξεπροβάλουν. Αυτό που δεν αλλάζει είναι οι ατάκες του Άρνολντ, τις οποίες φροντίζει να υπάρχουν παντού στην ταινία!
Ο Ρότζερ Σπότισγουντ σκηνοθετεί εδώ, ο οποίος είναι γενικά ένας περίεργος σκηνοθέτης, με κάποιες καλές ταινίες αλλά και με αρκετές αποτυχημένες, τόσες που θα μπορούσαν να του κοστίσουν την καριέρα του. Κι αν η δεκαετία του 1980 πήγε λίγο καλύτερα για τον Ρότζερ, με επιτυχίες όπως το Under Fire, Turner & Hooch και το αρκετά καλό Shoot to Kill, η δεκαετία του 1990 τον βρίσκει με ταινίες όπως το Ο Μπάτσος...Της Μαμάς, Air America και μερικές τηλεταινίες. Όμως το 1997 έρχεται η σειρά του Τζέιμς Μποντ, με το Tomorrow Never Dies να ανεβάζει για λίγο τις μετοχές του Σπότισγουντ και να τον οδηγεί έτσι στο The 6th Day, με τον ίδιο μάλιστα να απορρίπτει την πρόταση που του έγινε για να σκηνοθετήσει και τον επόμενο Μποντ.
Η 6η Μέρα, παρά τους κακούς διαλόγους της, έχει μια ενδιαφέρουσα κεντρική σεναριακή ιδέα. Η κλωνοποίηση ήταν ένα επίκαιρο θέμα εκείνη την εποχή και τα ηθικά και θρησκευτικά διλήμματα που εγείρει, μπορούν να δώσουν τροφή για καλή επιστημονική φαντασία, πράγμα που εδώ συστυχώς δεν έχουμε. Τίθονται τα θέματα, γίνεται κουβέντα μεταξύ των χαρακτήρων αλλά το σενάριο του ζεύγους Γουίμπερλι μένει στην επιφάνεια του θέματος και το αντιμετωπίζει απλοϊκά. Τους δίνεις μερικούς πόντους για την ανατροπή στα μέσα της ταινίας αλλά μπορείς να τους πάρεις πίσω με τη λύση που δίνουν στο φινάλε, αν και εδώ μπορεί να μπήκε και χείρα Σβαρτσενέγκερ.
Ο Σπότισγουντ επιλέγει έναν τρόπο αφήγησης που είναι αρκετά περίεργος, με αργή κίνηση σε διάφορα σημεία της ταινίας και μοντάζ που θυμίζει τηλεοπτική εκπομπή. Είναι η εποχή που είναι η μόδα η αργή κίνηση αλλά ο τρόπος που τη χρησιμοποιεί ο Σπότισγουντ εδώ δεν είναι από τους πιο γοητευτικούς. Δεύτερο ζήτημα που αφορά τον σκηνοθέτη είναι οι ερμηνείες των ηθοποιών του. Είναι σαν να μην υπάρχει οδηγία σε κανένα σημείο από τον σκηνοθέτη και απλώς οι ηθοποιοί να βασίζονται στην εμπειρία τους και να λένε τις ατάκες τους όπως πιστεύουν. Αποτέλεσμα είναι η αμηχανία του Σβαρτσενέγκερ σε αρκετά σημεία και οι αδιάφορες ερμηνείες των περισσότερων. Μόνη εξαίρεση ίσως ο Τόνι Γκόλντγουιν, ο οποίος δίνει λίγο παραπάνω βάρος στον κακό της υπόθεσης.
Οι περισσότεροι δεν θυμούνται σήμερα την 6η Μέρα και ίσως δικαιολογημένα. Είναι από τις πιο αδύναμες ταινίες του πρωταγωνιστή της, με μια σχετικά αργή πρώτη ώρα και μια πιο γρήγορη και με περισσότερη δράση δεύτερη ώρα, που μοιάζουν λίγο ασύνδετες μεταξύ τους, με το μοντάζ και την αφήγηση του Σπότισγουντ να παίζουν το ρόλο τους σε αυτό. Υπάρχει μια ανατροπή, όπως ανέφερα και παραπάνω, που δίνει ένα έξτρα ενδιαφέρον και χρησιμοποιείται έξυπνα και κατά την τελική αναμέτρηση αλλά μέχρι να φτάσεις εκεί έχει περάσει αρκετή ώρα με αδιάφορες υπό-πλοκές που δεν προσφέρουν τίποτα και εύκολα μπορεί να βαρεθείς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου