Δράσης, Δραματική Διάρκεια: 107' |
Γράφει ο Νίκος Ρέντζος
Η Άλισον Τζάνεϊ είναι μια από τις πιο αξιόλογους ηθοποιούς των τελευταίων δεκαετιών στο Χόλιγουντ. Από τις τηλεοπτικές μέχρι τις κινηματογραφικές δουλειές της, έχει να επιδείξει μια ατελείωτη λίστα υποψηφιοτήτων και κερδισμένων βραβείων από τα ΕΜΜΥ και τα Όσκαρ μέχρι και τα TV Guide Awards. Έπιασε κορυφή το 2017 με το Όσκαρ για το ΄β γυναικείο ρόλο στο I, Tonya και έκτοτε συνεχίζει ακάθεκτη. Τι έλειπε από τη φιλμογραφία της και είναι αυτό που πρέπει να κάνει πλέον κάθε ηθοποιός που σέβεται τον εαυτό του, ιδίως μετά τα 60 έτη του; Μα φυσικά να δεχτεί πρωταγωνιστικό ρόλο σε ταινία δράσης! Κι αν κάποτε χαμογελούσαμε συγκαταβατικά στο άκουσμα μιας τέτοιας πληροφορίας, μετά το Taken μάθαμε να κρατάμε και μια "πισινή" , καθώς τα "γεροντοπαλίκαρα" του Χόλιγουντ έδειξαν ότι μπορούν να τα καταφέρουν και σε τέτοιες περιπτώσεις. Έτσι και η κυρία Τζάνεϊ αποφάσισε να δώσει υπόσταση στον απαιτητικό (και σωματικά) ρόλο της Lou, στην τελευταία ομώνυμη ταινία παραγωγής Νέτφλιξ.
Αμερική κάπου στα τέλη της δεκαετίας του 1980. Η Λου είναι μια γυναίκα μοναχική. Ζει με μόνη συντροφιά το σκύλο της, Τζαξ, σε ένα σπίτι στο δάσος, λίγα χιλιόμετρα έξω από μια κωμόπολη της Αμερικανικής επαρχίας. Δεν είναι η περίπτωση της συμπαθητικής, ήσυχης γυναικούλας που κάνει βόλτες στο δάσος και απολαμβάνει τη φύση, πίνοντας ζεστά ροφήματα το απόγευμα στη βεράντα της. Η Λου φαίνεται σκληρή. Κυνηγά και πίνει το ουίσκι της το βράδυ, ενώ φιλίες δεν φαίνεται να θέλει να έχει. Συναναστρέφεται με ανθρώπους στην πόλη μόνο για προμήθειες και κάπου εκεί σταματά η κοινωνική ζωή της. Ακόμα και στη Χάνα, μια γυναίκα που μεγαλώνει μόνη την κορούλα της, την Βι, σε ένα σπίτι που νοικιάζει από τη Λου, η μοναχική λύκος δεν δείχνει διαφορετική συμπεριφορά. Κάτι όμως τρώει τη Λου. Κάτι που την οδηγεί στην απόπειρα αυτοκτονίας. Μια απόπειρα που σταματά χωρίς να το θέλει η Χάνα, ένα βράδυ που μια τρομερή καταιγίδα χτυπάει το μέρος. Ο πρώην άνδρας της Χάνα, επικηρυγμένος στρατιωτικός για εγκλήματα πολέμου, θα επιστρέψει και θα απαγάγει την Βι. Η Χάνα στρέφεται στη σκληρή σπιτονοικοκυρά της απλώς για να επικοινωνήσει με τον σερίφη, καθώς στο σπίτι της δεν υπάρχει ρεύμα λόγω της καταιγίδας. Η Λου όμως αρματώνεται και μαζί ξεκινούν να ακολουθήσουν τα ίχνη του απαγωγέα.
Ευχάριστη έκπληξη ετούτη η οπτικά όμορφη περιπέτεια, που σκηνοθέτησε η Άννα Φέρστερ. Σκηνοθέτης με αρκετές δουλειές στην τηλεόραση και επίσης αρκετές συμμετοχές σε κινηματογραφικές παραγωγές από διαφορετικά πόστα όμως. Το Lou είναι η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία της, μετά το Underworld: Blood Wars και πριν το σίκουελ του Source Code (2011), που ετοιμάζεται να σκηνοθετήσει. Ωραία προσέγγισε το υλικό της εδώ η Φέρστερ. Φυσικά ποντάρει στην υπέροχη Τζάνεϊ αλλά δεν το αφήνει όλο πάνω της. Βάζει δίπλα της δύο πολύ καλούς ηθοποιούς και φροντίζει αρκετά την ανάλυση των χαρακτήρων, παρότι επιλέγει να αφηγηθεί τα περισσότερα μέσω της εικόνας και της ωραίας φωτογραφίας του Μάικλ ΜακΝτόνα. Ειδικά ο τρόπος που εικονογραφείται η εξέλιξη του χαρακτήρα της Λου είναι πολύ ιδιαίτερος. Η βροχή και η καταιγίδα μας συστήνουν την πρωταγωνίστρια αλλά το φως του ήλιου θα φέρει τη λύτρωση στην πιο πικρή, συμβολική και οριακά συγκινητική σκηνή της ταινίας.
Δεν μιλάμε για μια ταινία αψεγάδιαστη. Έχει τα θεματάκια της, απλώς αν είσαι από αυτούς που εστιάζουν στην εικόνα και σε όσα αυτή λέει, δεν θα σε απασχολήσουν ιδιαίτερα οι σεναριακές ευκολίες, ούτε θα σου χαλάσει την εμπειρία μια μικρή λοξοδρόμηση από τα μονοπάτια της καλής αφήγησης, που έρχεται στο δεύτερο μέρος. Αν κάτι θα προτιμούσα να μην είχε γίνει, αυτό θα ήταν οι τόσο έντονες μάχες σώμα με σώμα της πρωταγωνίστριας με ανθρώπους που είχαν τη διπλάσια σωματική διάπλαση και που το σενάριο ξεκαθάριζε την στρατιωτική τους εκπαίδευση. Σε πείθει η Τζάνεϊ ότι της κόβει, ότι ξέρει τι να κάνει για να επιβιώσει, ότι έχει κι αυτή μια κάποια εκπαίδευση. Οριακά όμως σε πείθει στο ότι μπορεί να τα βάλει με τύπους είκοσι - είκοσι πέντε χρόνια νεότερους. Μιλάμε ουσιαστικά για μία σκηνή και όχι παραπάνω, οπότε αν την ξεπεράσεις νομίζω ότι δεν τίθεται θέμα πια. Κάπως έτσι, στο τέλος σε κερδίζει η Τζάνεϊ, η σεναριακή αναζήτηση του πόσο μπορεί να ξεπεράσει τα όρια του ο άνθρωπος, για να λυτρωθεί ή και να λυτρώσει (που αποτυπώνεται εξαιρετικά στο βλέμμα της πρωταγωνίστριας), η φωτογραφία και ο τρόπος αφήγησης της Φέρστερ, σε κερδίζουν και προσθέτουν στην λίστα του Νέτφλιξ μια ακόμα ταινία, η οποία χαρακτηρίζεται τουλάχιστον αξιοπρεπής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου